Μπλεσκουφίτσα, ένα παραμύθι τρόμου και υποταγής..


της  Κατερίνας Μπρέγιαννη
Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια μικρή όμορφη χώρα που την έλεγαν Μπλεσκουφίτσα. Μπλε σαν της θάλασσας και του ουρανού, ενίοτε, όταν θύμωνε γινόταν και μαυροσκουφίτσα. Είχε μια πολύ αυταρχική μητέρα, που την έλεγαν Ευρώπη.
Δεν ήταν πάντα έτσι. Στην αρχή ήταν μια ρομαντική παιδούλα, αλλά κατάντησε μια άπληστη τεχνοκράτισσα που ξεπούλησε την ψυχή της και τους φίλους της, τη Δημοκρατία, την Ισονομία και τον Ανθρωπισμό, στο βωμό του χρήματος και στη ασυδοσία των αγορών.
Έτσι η Μπλεσκουφίτσα βρέθηκε να εκτελεί εντολές και να ικανοποιεί παράλογες απαιτήσεις –να μένει νηστική κάθε μέρα- στο όνομα της σκληρής λιτότητας. 3 λύκοι φύλαγαν την πόρτα της ο Μνημόνιος 1 και 2, ενώ ένας τρίτος σε επιφυλακή ζητούσε εγγυήσεις ότι θα επιστρέψει, αν την αφήσει να φύγει.
Έμενε κλεισμένη στο δωμάτιό της υψώνοντας ψηλούς τοίχους για να μην την πλησιάζουν οι κυνηγημένοι της θλίψης της απώλειας και του θανάτου που την περιτριγύριζαν. Θυμήθηκε όμως πως η γιαγιά της η Ελευθερία
–παλιά αντάρτισσα στα βουνά- της είχε χαρίσει μια κόκκινη σκουφίτσα. Πήρε λοιπόν τη μεγάλη απόφαση, πέταξε την μπλε και φόρεσε την κόκκινη, σκουφίτσα.
Τρέχοντας η Κοκκινοσκουφίτσα, -μην αντέχοντας άλλο, την δυστυχία και τον πόλεμο που είχε απλωθεί στη ζωή των ανθρώπων- έφυγε να συναντήσει την αγαπημένη της γιαγιά και τη  θεία της την Ελπίδα που τη φρόντιζε.
Ο δρόμος ήταν μακρύς. Τα ουρλιαχτά των λύκων του παλαιοκομματισμού και της διαπλοκής την ακολουθούσαν και τη στοίχειωναν… Συχνά η αλήθεια γινόταν ψέμα, οι λύκοι, πρόβατα, η μέρα γινόταν νύχτα και η νύχτα μέρα.
Βλέπετε αν τα κανάλια δεν έλεγαν ότι ήταν μέρα δεν ξημέρωνε ποτέ. Βαδίζοντας στα σκότη της παραπληροφόρησης όχι ένας, αλλά μια αγέλη λύκων προσπαθούσε να την παρασύρει στα λημέρια της…
Όταν τελικά η Κοκκινοσκουφίτσα είδε να βγαίνει λευκός καπνός από το σπιτάκι της γιαγιάς χάρηκε και έτρεξε να μπει. Αλίμονο, όμως, η άρρωστη γιαγιά της ήταν περικυκλωμένη από τους τρεις πεινασμένους λύκους που είχε στείλει η μάνα της, να τη βρουν και να την φέρουν πίσω. Τέσσερα τσοπανόσκυλα (που νόμιζαν ότι θα γίνουν λύκοι όταν μεγαλώσουν) πατούσαν στο λαιμό τη γιαγιά Ελευθερία φωνάζοντας «4ο Μνημόνιο, 4ο Μνημόνιο… τώρα!»
Η Κοκκινοσκουφίτσα ζαλισμένη αντεπιτέθηκε, πρωτογενές πλεόνασμα 0,7 φώναξε. Ο «Κυριακούλης» –ένα από τα τρία τσοπανόσκυλα, έδωσε το σύνθημα στον «Φώφη κάνε στη μπάντα» και τον «Ποντικοσταυρούλη» να πιάσουν την Κοκκινοσκουφίτσα και να της φορέσουν με το ζόρι τη μπλεσκουφίτσα της υποταγής.
Με αλαλαγμούς μίσους της φώναζαν: «Αχάριστη. Εσύ φταις που ζούσες όλα αυτά τα χρόνια πάνω από τις δυνατότητες σου».  «Και δρόμους φτιάξαμε (μόνο που δεν τελείωναν ποτέ, και την Υγεία διαλύσαμε (δίνοντας τα πάντα σε εργολάβους και ιδιώτες) και την Παιδεία γκρεμίσαμε προς χάρη των Αρίστων…
«Σπούδασες στα Πανεπιστήμια που φτιάξαμε, οδηγείς στους δρόμους που κάναμε, γυμνάζεσαι στα δικά μας γυμναστήρια» και τολμάς και καταριέσαι τα 40 χρόνια εξουσίας μας» είπε ο «Φώφης κάνε στη μπάντα» βαθιά προσβεβλημένος.
«Όχι, όχι» είπε η Μπλεσκουφίτσα και ξύπνησε με αναφιλητά, μετά από έναν ακόμα διακαναλιακό εφιάλτη. Ποτέ δεν φόρεσε κόκκινη σκουφίτσα,  πάντα μπλε, φορούσε, πάντα μπλε και ενίοτε μαύρη.
Έτρεμε στην ιδέα της διαγραφής της από την ΟΝΝΕΔ, αλλά ο Κυριακούλης προτίμησε να διαλύσει την ίδια την ΟΝΝΕΔ απολύτως δημοκρατικά, μετά από το πολύ επιτυχημένο και«ευτυχώς πραγματικό» κατά Άδωνι, συνέδριο.
Παίρνοντας την στην αγκαλιά του την ηρέμησε λέγοντας ότι για τους εφιάλτες που έχει συχνά, φταίει… το σεξ απήλ του Τσίπρα και αυτό θα το καταπολεμήσουν άμεσα, με την αρμόζουσα εκλογολογική αγωγή και τη βοήθεια των ειδικών του ΔΝΤ.
Παραμύθι χωρίς δράκο, αλλά με πολλούς λύκους παίζεται καθημερινά, σε συνέχειες. Στη θλιβερή τηλεπραγματικότητα της προπαγάνδας, το τέλος των παραμυθιών γράφουν οι καναλάρχες εξαγοράζοντας τα happy ends, να παίζουν μόνο για αυτούς.
Ως πότε;

Σχόλια