Θυμάσαι, Μπάμπη, πώς ζούσαμε;


του Niko Ago
Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, δημοσιογράφος του ΣΚΑΪ,  ακούστηκε να εύχεται από το κεντρικό δελτίο ειδήσεων του καναλιού,  ασθμαίνοντας, «να μην κάνει πίσω το ΔΝΤ στα εργασιακά. Αλλιώς, θα γυρίσουμε πίσω 20 με 30 χρόνια και όλοι ξέρουμε πώς ζούσαμε τότε».  Το ότι υπάρχουν άνθρωποι στη Ελλάδα που παρακαλάνε ή εύχονται να αποτύχει η κυβέρνηση, ούτε νέο είναι ούτε περίεργο. Έχει συμβεί και άλλοτε. Εξάλλου, δύσκολα θα ακούς σε άλλη χώρα, φράσεις-παραινέσεις τού τύπου «πατήστε τους στο λαιμό», προς τους δανειστές, εννοώντας την κυβέρνηση της χώρας. Ξεχνώντας (;) προφανώς πως ο λαιμός που θα πατηθεί, σε κάθε περίπτωση, δεν θα είναι ούτε του Τσίπρα, ούτε του Βαρουφάκη, ούτε του οποιουδήποτε άλλου πολιτικού. Σημερινού, χθεσινού ή αυριανού. Ο λαιμός θα είναι, όπως ήταν και παραμένει στο έδαφος πατημένος, όλων των άλλων, εκτός εκείνων που εύχονται αυτοί. Ή, αν όχι όλων, των περισσοτέρων.
Να υποθέσω, όμως, πως ο κύριος Παπαδημητρίου -αναφέρομαι στην ευχή του επειδή ειπώθηκε επί τηλεοράσεως, αλλά και επειδή δεν είναι μόνο δική του- που μιλάει για 20 και 25 χρόνια πριν και λέει ότι «όλοι ξέρουμε πώς ζούσαμε», ξέχασε πώς ζούσαμε πραγματικά ή ζούσε σε άλλη χώρα και ήρθε στην Ελλάδα μετά το πρώτο Μνημόνιο; Αν συμβαίνει το δεύτερο, έχει το δικαίωμα να υποθέτει και να κάνει και λάθος.  Αν συμβαίνει το πρώτο, όμως, που μάλλον αυτό συμβαίνει, αρκεί μια επιφανειακή και μόνο υπενθύμιση για να τον βοηθήσει να θυμηθεί για να μην θεωρηθεί ότι χλευάζει τους πολίτες. Χωρίς να χρειαστεί να μπει κανείς σε συγκρίσεις αριθμών και δεικτών, αφού μιλάει για τις αρχές και γύρω από τη δεκαετία του ‘90, η παράθεση μερικών απλών δεδομένων της εποχής, αρκεί. Αναλαμβάνω, ο γράφων, που ήρθα στην Ελλάδα ακριβώς την εποχή που ο καλός συνάδελφος «τρέμει» μήπως και φτάσουμε να τη ζήσουμε ξανά.
Τότε, λοιπόν, η ελληνική ύπαιθρος ήταν ύπαιθρος και οι αγρότες πραγματικοί αγρότες. Ναι, με επιδοτήσεις της ΕΕ -που όπως λένε μερικοί «έγιναν Μερτσεντές και λουλούδια στα σκυλάδικα της επαρχίας-, αλλά δίπλα στις Μερτσεντές βούιζαν και τα τρακτέρ. Οι αγρότες έγιναν αφεντικά και στα χωράφια «βούτηξαν» οι μετανάστες. Πολλά και, ξαφνικά, πολύ φθηνά «χέρια».  Οι βιοτεχνίες, πριν φύγουν για Βουλγαρία και αλλού, απασχολούσαν χιλιάδες γυναίκες. Η οικοδομή «άνθισε» και τα παιδιά των οικοδόμων, στην πλειονότητά τους, παράτησαν μια για πάντα το πηλοφόρι και το μυστρί, και
τα παρέδωσαν και αυτοί με τη σειρά τους, στους μετανάστες.  Ναι, γέμισαν οι καφετέριες με νέους που «δεν θα γίνω εγώ Αλβανός να δουλεύω στην οικοδομή», αλλά ότι περνούσαν άσχημα, μάλλον δεν το λες. Ούτε αυτοί, ούτε οι πατεράδες με τους εργάτες τους στην οικοδομή. Σαν τώρα θυμάμαι τα «σπαρταριστά» πεντοχίλιαρα τις Παρασκευές, το λίγο διάστημα που και ο ίδιος εργάστηκα σε οικοδομή το ’93.  Δίπλα στους έλληνες οικοδόμους -προκομμένοι  και δουλευταράδες, όσο λίγοι- πρόκοψαν και χιλιάδες μετανάστες πρώτης γενιάς.
Μιλάει για τότε που μπήκαν στη ζωή και τα σπίτια (και) των μισθωτών, οι οικιακοί βοηθοί. Δεν ήταν ανάγκη να έχεις σπίτι στην Εκάλη ή στη Γλυφάδα για να έχεις νταντά για το παιδί σου. Γυναίκες και κορίτσια από χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και τα Βαλκάνια, με πτυχία και με λαμπρές σπουδές, με μιας έγιναν υπηρέτριες. Τάιζαν μωρά, άλλαζαν πάνες, μαγείρευαν, καθάριζαν σπίτια και σκάλες, φρόντιζαν ανήμπορους και ηλικιωμένους. Εργαζόντουσαν και πληρωνόντουσαν. Γεροκομήθηκαν ανθρώπινα, αμέτρητοι απόμαχοι της ζωής, επειδή και οι συντάξεις τους έφταναν και τα παιδιά μπορούσαν να τους βοηθήσουν. Δεκάδες χιλιάδες νέες γυναίκες, που σε άλλη περίπτωση θα περίμεναν να πάει το παιδί νηπιαγωγείο ή και σχολείο, ακόμα, μπήκαν στην αγορά εργασίας κι έφεραν λεφτά στα σπίτια τους. Και να τα εξοχικά, και να οι διακοπές, και να τα αμάξια. Εργάστηκαν, όμως,  δεν τα έκλεψαν, όσο «λάσπη» και αν τους πετάγεται σήμερα ότι «ζούσαν πάνω από τις δυνατότητές τους». Σε ευρωπαϊκή χώρα (υποτίθεται) ότι ζούσαν, σε χώρα της ΕΕ. Οι άλλοι πολίτες των χωρών της Ένωσης, πώς ζούσαν, σαν εμάς τους Αλβανούς επί Χότζα; Ας είμαστε σοβαροί.
Από τα ελάχιστα που ανέφερα, προφανώς και «όλοι ξέρουμε πώς ζούσαμε τότε», κύριε Παπαδημητρίου, αλλά το να «μην κάνουν πίσω οι δανειστές μας», δεν το ευχόμαστε όλοι. Διότι χάρη (και) στους δανειστές, η Ελλάδα είναι πια μια άλλη χώρα. Αλλά μια άλλη χώρα από την ανάποδη. Που τα 20 και 25 χρόνια πριν, τα αναπολούν πολλοί. Ίσως όχι εσύ, αλλά, όπως είπαμε, μπορεί και να μην θυμάσαι. Διότι δεν πιστεύω ότι σε ενθουσιάζει η φτώχεια και η δυστυχία (των άλλων).


Σχόλια