Σαν πρωταπριλιάτικο αστείο...


του Χάρη Ιωάννου
Εχουν περάσει λίγο περισσότερο από έξι χρόνια από τότε που οι σημερινοί κυβερνητικοί επικριτές της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ να διεξαχθεί δημοψήφισμα για την επιχειρούμενη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, εμφανίζονταν ως οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της άποψης που τώρα «ξορκίζουν».
Το ημερολόγιο δείχνει Μάρτιος του 2008 και λίγους μήνες μετά την «διά πυρός» επανεκλογή της στις 16.9.2007 η κυβέρνηση Καραμανλή, με υπουργό Εργασίας τη Φάνη Πάλλη-Πετραλιά, περνάει από τη Βουλή ένα σκληρό ασφαλιστικό νομοσχέδιο, με το οποίο περικόπτονται δικαιώματα και ενοποιούνται σε 13 τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας. Η σύνθεση της Βουλής ήταν η ακόλουθη: Ν.Δ. 152 έδρες, ΠΑΣΟΚ 102, ΚΚΕ 22, ΣΥΡΙΖΑ 14, ΛΑΟΣ 10.
Διαρκούσης της έντονης συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής, στις 20.3.2008, τον λόγο παίρνει ο τότε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και σήμερα του
Σχεδίου Β, Αλέκος Αλαβάνος, και ρίχνει τη «βόμβα»: «Υπάρχει διάσταση μεταξύ των θέσεων της κυβέρνησης και της βούλησης της κοινωνίας. Απευθυνόμαστε στα κόμματα της αντιπολίτευσης και ζητάμε δημοψήφισμα, με βάση το άρθρο 44 του Συντάγματος».
Ο πολιτικός και κοινοβουλευτικός αιφνιδιασμός του μικρού τότε ΣΥΡΙΖΑ βρίσκει άμεση ανταπόκριση και οι απαραίτητες 120 ψήφοι, για να συζητηθεί το αίτημα για δημοψήφισμα επί ψηφισμένου νομοσχεδίου σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής συγκεντρώνονται με ευκολία. Το ΠΑΣΟΚ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, συμφωνεί σχεδόν αμέσως, αν και προσπαθεί να συνέλθει από τη δεύτερη εκλογική του ήττα μετά το 2004, όντας βαθιά διχασμένο μετά την εσωκομματική αναμέτρηση Παπανδρέου–Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 2007. Το ΚΚΕ ακολουθεί, θέτοντας παράλληλα και το δικό του πλαίσιο για κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόμων, ενώ και ο ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη συμφωνεί με την πρόταση Αλαβάνου.
Παρά τη γενική ομοθυμία, τα κόμματα καταθέτουν επίσημα τέσσερις διαφορετικές προτάσεις, οι οποίες από την τότε κυβέρνηση και την προεδρία του Δημ. Σιούφα συναθροίζονται και συζητούνται ως μία. Την 1η Απριλίου ξεκινά η συζήτηση στη Βουλή και τα επιχειρήματα ειδικά τριών υπερμάχων τότε του δημοψηφίσματος είναι αποκαλυπτικά. Πρόκειται για τους Ευάγγελο Βενιζέλο, Ανδρέα Λοβέρδο και Αδωνι Γεωργιάδη…
Ως απλός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, ο σημερινός πρόεδρός του και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σαμαρά συστήνει στη Ν.Δ. να «συνειδητοποιήσει ότι επιχειρεί να νομοθετήσει, σε αντίθεση προς την κοινωνική πλειοψηφία, ενώ η ίδια είναι πιστοποιημένα εκλογική μειοψηφία στο εκλογικό σώμα». Ανεβάζοντας ακόμη περισσότερο τους τόνους, καταγγέλλει ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν διαθέτει πολιτική και κοινωνική νομιμοποίηση ως προς αυτό το ζήτημα και δεν αντελήφθη ότι συγκρούεται με την κοινωνία. «Ως κοινοβουλευτική πλειοψηφία θα κινηθείτε με εμμονή και θα απορρίψετε την πρόταση. Ετσι όμως θα έχετε διαρρήξει οριστικά τους δεσμούς σας με τη μεγάλη πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας», σημείωνε μεταξύ άλλων.
Ο εισηγητής τότε του ΠΑΣΟΚ και νυν υπουργός Παιδείας, Ανδρέας Λοβέρδος, μιλούσε για εμβάθυνση της δημοκρατίας μέσω των δημοψηφισμάτων και για φόβο της κυβέρνησης μπροστά στη λαϊκή βούληση. «Αρνείστε το δημοψήφισμα για ένα νόμο που δεσμεύει το μέλλον της χώρας», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Τα πιο γλαφυρά επιχειρήματα είχε αναπτύξει ο τότε εισηγητής του ΛΑΟΣ και νυν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ., μετά την πρόσφατη υπουργική του θητεία, Αδωνις Γεωργιάδης: «Συγκρούονται δύο απόψεις. Η κατ’ εξοχήν δημοκρατική, που λέει ότι ο λαός πρέπει να αποφασίζει για σημαντικά γι’ αυτόν ζητήματα, και η άλλη, που λέει ότι ο λαός δεν είναι ώριμος και ικανός γι’ αυτά. Η τελευταία είναι όμως ολιγαρχική άποψη».
Στη συνέχεια της τοποθέτησής του, ο κ. Γεωργιάδης υπενθύμιζε τι έγινε στη Γαλλία με το δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα, όπου ενώ το σύνολο των κομμάτων της γαλλικής Βουλής ήταν υπέρ της Συνθήκης, το 65% του εκλογικού σώματος την απέρριψε. «Αρα, λοιπόν, από πουθενά δεν συνάγεται το συμπέρασμα ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είναι κατ’ ανάγκη πλειοψηφία και στο εκλογικό σώμα για ένα συγκεκριμένο θέμα», υπογράμμιζε χαρακτηριστικά.

Σαν να μην πέρασε μια μέρα
Ενδεικτική του κλίματος της ηλεκτρισμένης τότε συνεδρίασης, αλλά και της ομοιότητας με τα σημερινά δεδομένα, ήταν η τοποθέτηση του προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Γιώργου Παπανδρέου, ο οποίος με αφορμή τις υποθέσεις του ΟΤΕ, της Ολυμπιακής και του λιμανιού του Πειραιά, κατηγορούσε την κυβέρνηση για «ληστρική συμπεριφορά και για εκποίηση του δημόσιου πλούτου σε συνθήκες αδιαφάνειας».
Ο εισηγητής τότε του ΣΥΡΙΖΑ, Φώτης Κουβέλης, χαρακτήριζε «ύβρη και βλασφημία» το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι οι πολίτες δεν γνωρίζουν επαρκώς το νομοσχέδιο, ώστε να εκφραστούν επί αυτού. «Είστε δέσμιοι μιας αντίληψης, η οποία θέλει την πολιτική να ασκείται ερήμην του ελληνικού λαού. Η άρνησή σας για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος δείχνει τον φόβο και τον πανικό σας μπροστά στη λαϊκή διεκδίκηση», σημείωνε μεταξύ άλλων.
Τελικά, οι απαραίτητες 180 ψήφοι δεν συγκεντρώθηκαν. Οι βουλευτές της Ν.Δ. απέρριψαν την πρόταση, μιλώντας για «κατάχρηση των συνταγματικών διατάξεων», παρ’ όλο που οι τριτοβάθμιες οργανώσεις ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ είχαν παραδώσει στον πρόεδρο της Βουλής περισσότερες από 400.000 υπογραφές πολιτών που ζητούσαν δημοψήφισμα...

Σχόλια