Σπονδή στην Ιστορία και τη μνήμη.


 από  την  Πόλυ Κρημνιώτη
Από την παράσταση στη Μακρόνησο. Η σκηνή, τα καραβάκια και το Λαύριο στο βάθος
Μπροστά από τους Αρτοκλιβάνους του Α' Ειδικού Τάγματος Οπλιτών της Μακρονήσου η μνήμη τάισε με τον πολύτιμο άρτο της γύρω στους 6.000 απλούς ανθρώπους το Σάββατο το βράδυ, που βρέθηκαν στο νησί του διαβόλου της σύγχρονης ιστορίας μας και παρακολούθησαν τον θεατρικό βίο του Μίκη μέσα από την παράσταση "Μίκης Θεοδωράκης: Ποιος τη ζωή μου....", σε κείμενο και σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη. Ήταν ένα προσκύνημα πασών των ηλικιών, από μικρά παιδιά στα χέρια των γονιών τους, ζευγαράκια 20 και 25 χρόνων, μέχρι
μεγάλης ηλικίας ανθρώπους με το βίωμα του κολαστηρίου αποτυπωμένο στο βλέμμα. Συγκίνηση, δέος, μνήμη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν μπόρεσε να βρεθεί στη Μακρόνησο. Ήταν όμως διαρκώς παρών. Με τα τραγούδια του που ακούγονταν από τα διάσπαρτα μεγάφωνα στον δρόμο που οδηγούσε από την προβλήτα ώς τον χώρο όπου στήθηκε η σκηνή. Ο ίδιος επέλεξε τα τραγούδια του κι ανάμεσά τους ακούγονταν οι φωνές του Μάνου Κατράκη, του Θανάση Βέγγου από το "Βλέμμα του Οδυσσέα" του Θ. Αγγελόπουλου, του Γιώργου Σεφέρη.
Λίγο μετά τις 9.30 μ.μ., πριν ανέβει η αυλαία, αρχίζουν να ακούγονται οι ήχοι της Πρώτης Συμφωνίας
«Είμαι ευτυχής που η Πρώτη Συμφωνία μου επιστρέφει στη Μακρόνησο και θ' ακουστεί με αφορμή την παράσταση για τη ζωή μου. Ο λόγος είναι καθαρά ψυχολογικός" ακούγεται η φωνή του Μίκη Θεοδωράκη στο ηχογραφημένο μήνυμά του. "Επιστρέφει για ν' ακουστεί ως ρεβάνς στη μνήμη των χιλιάδων αγωνιστών που μαρτύρησαν σ' αυτά τα ματωμένα βράχια εκείνες τις εποχές. Τώρα που σας μιλώ -και κατ' αρχήν σας χαιρετώ- έχω επιστρέψει νοερά στο στρατόπεδο στα 1948 και, καθότι βλέπω τα πεντάγραμμα και την Πρώτη Συμφωνία μου, κάνω ένα άλμα στον χρόνο. Και σκέφτομαι τότε πως αυτή η μουσική που γράφω τώρα και σε λίγο θα βρεθεί σκορπισμένη, σταυρωμένη, χαμένη πάνω στα συρματοπλέγματα, θα έλθει μια μέρα, μια εποχή που θα ηχήσει νικητήρια πάνω από αυτούς τους ματωμένους βράχους (χειροκρότημα). Και τώρα, ύστερα από 66 χρόνια, αυτό το βασανισμένο μουσικό μου έργο θα το ακούσετε χωρισμένο σε τρία μέρη. Ανάμεσά τους θα βάλω το 'Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού' κι έργα που έγραψαν οι ποιητές που πέρασαν από τη Μακρόνησο (όπως ο Γιάννης Ρίτσος ή ο Τάσος Λειβαδίτης) ή ήταν την ίδια εποχή και για τους ίδιους λόγους καταδικασμένοι σε θάνατο (όπως ο Μανώλης Αναγνωστάκης). Θα αρχίσω τη συμφωνία μου από το τρίτο μέρος. Ίσως θα απορήσετε για τον θριαμβευτικό του ρυθμό. Όμως, αν και κατάδικοι με αβέβαιο μέλλον, πιστεύαμε στην παιδική ηλικία στον θρίαμβο των ιδεών μας. Σε μια στιγμή μέσα στο έργο θα ακουστούν οι σάλπιγγες, ο ρυθμός θα γίνει αργός, ιαμβικός και μέσα από αυτόν θα αναδυθεί και θα κορυφωθεί μία ελεγειακή μελωδία. Θρήνος για τους νεκρούς του αγώνα. Όμως αμέσως μετά θα επαναληφθεί ο νικητήριος ρυθμός».
Η φωνή του κορυφαίου συνθέτη πνίγηκε στα χειροκροτήματα. Όπως και αρκετά σημεία της παράστασης, ειδικά όταν ο Μίκης - Άρης Λεμπεσόπουλος έλεγε ότι "η Επανάσταση είναι μια βίαιη πράξη" και λίγο αργότερα στη φράση "Τίποτα δεν είναι πιο αναγκαίο και πολύτιμο για τον άνθρωπο παρά η ελευθερία...". Αρκετές γροθιές υψωμένες και μια χορωδία περίπου 6.000 ανθρώπων συνόδευαν το "Σώπα όπου να 'ναι θα σημάνουν οι καμπάνες" ξεσπώντας σε συγκλονιστικό χειροκρότημα. Ήταν αυτή η χορωδία που σιγοτραγουδούσε διαρκώς μέχρι το τέλος της παράστασης, που σιωπούσε και συγκινούνταν ειδικά στη σκηνή της τελευταίας συνάντησης του Μίκη - Λεμπεσόπουλου με τη μητέρα του Φιλαρέτη Κομνηνού, μια σκηνή που έγραψε ο ίδιος ο συνθέτης. Μέχρι το τέλος που έπνιξε στο χειροκρότημα ηθοποιούς, τραγουδιστές, συντελεστές, υπό τους ρυθμούς του "Ζορμπά" που έκλεισαν την αυλαία.
Ήταν μια παράσταση διαφορετική. Σαν σπονδή στην Ιστορία και τη μνήμη. "Οι σιωπηλοί τής σήμερον ήρθαν να συνομιλήσουν με τους αναγκαστικά σιωπηλούς" μας έλεγε χαρακτηριστικά ο Λάκης Λαζόπουλος, τον οποίο συναντήσαμε τυχαία στο καραβάκι της επιστροφής μαζί με τη Χρύσα Ρώπα. "Υπάρχουν υπόγεια ρεύματα στην κοινωνία. Η αποψινή βραδιά είναι κομβική" πρόσθεσε.

Ο κόσμος άρχισε να φτάνει στη Μακρόνησο από τις 6 το απόγευμα. Μέχρι τις 9.15 τα ειδικά ναυλωμένα φέρι μπόουτ δεν σταμάτησαν να πηγαινοέρχονται από το Λαύριο. Ήσυχα, σιωπηλά ανηφόριζε το οριοθετημένο από θειάφι, για τον κίνδυνο των φιδιών, δρομάκι. Πέντε χιλιάδες καρέκλες είχε φροντίσει να τοποθετήσει ο Δήμος Λαυρεωτικής για τους θεατές. Πολλοί έφτασαν εφοδιασμένοι και με δικές τους καρέκλες. Το ιατρείο, στημένο για την περίσταση από τους Γιατρούς του Κόσμου, στη μέση της διαδρομής. Πρόσκοποι και εθελοντές βρίσκονταν σε διάφορα σημεία του ΑΕΤΟ, έτοιμοι να δώσουν πληροφορίες. Πολλοί επέλεξαν να περιηγηθούν τον χώρο, με πρώτο σταθμό το μπρούτζινο μνημείο που έχει στηθεί, μια ψηλή ανθρώπινη φιγούρα με έναν βράχο στις πλάτες και τη γροθιά υψωμένη.
Από ψηλά δεσπόζει το εκκλησάκι. Κόσμος επίσης ανηφόριζε εκεί. "Είναι το εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου. Το έχτισαν οι κρατούμενοι. Όπως έχει γράψει ο Νίκος Μάργαρης στο βιβλίο του 'Ιστορία της Μακρονήσου', έφερε το όνομα του διοικητή του ΑΕΤΟ Αντώνη Βασιλόπουλου" μας λέει η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη που συναντούμε ανηφορίζοντας. Μας δείχνει λίγο δεξιά το μοναδικό πευκόφυτο σημείο. "Είναι η 'Χαράδρα', εκεί στην απομόνωση πηγαίνανε όσους αρνούνταν να υπογράψουν δήλωση. Κολασμένος τόπος φρικτών βασανιστηρίων". Και λίγο πιο κάτω ένας νεαρός κοιτάει επίμονα γύρω του. Γυρνάει στην κοπελιά του: "Η μυρωδιά της Ιστορίας" της λέει. Αυτό μόνο. "Αν μίλαγαν οι πέτρες, δεν ξέρετε πόσο πόνο θα είχαν να διηγηθούν" μας λέει η Πέγκυ Ζ., που επιλέγει να μην περιηγηθεί αλλά να μείνει στην καρέκλα της. "Δεν θέλω να συναντήσω τη 'Χαράδρα' που μαρτύρησε ο πατέρας μου"...
Στη διαδρομή της επιστροφής ο κόσμος πάλι σιωπηλός. Το λόγο τον είχε όλο η μνήμη. Μέχρι τις 4.30 π.μ. τα καραβάκια πηγαινοέρχονταν στο Λαύριο. Οι διοργανωτές είχαν φροντίσει στη διάρκεια της αναμονής να προβληθούν αποσπάσματα από τη σειρά ντοκιμαντέρ «Το χρώμα της ελευθερίας», όπου ο Μίκης Θεοδωράκης εξιστορεί τα βασανιστήρια που υπέστη κατά τη διάρκεια της εξορίας του.
Για την άψογη διοργάνωση συνεργάστηκαν το Μπάντμιντον, οι Δήμοι Λαυρεωτικής και Κέας, το Λιμεναρχείο Λαυρίου, η Πυροσβεστική, πρόσκοποι και δεκάδες εθελοντές.

Σχόλια